- ονοβρυχίδα
- (ονοβρυχίς η εδώδιμη). Πολυετής πόα της οικογένειας των ψυχανθών ή παπιλιονιδών (δικοτυλήδονα), αυτοφυής στους βοσκότοπους της βορειοηπειρωτικής Ελλάδας. Φτάνει σε ύψος τα 30-50 εκ., είναι βαθύριζη και έχει φύλλα σύνθετα, φτερωτά, με 13–25 προμήκη φυλλάρια. Τα άνθη της είναι ρόδινα με κόκκινες ραβδώσεις, διατεταγμένα κατά σταχυόμορφους βότρεις· παράγει καρπούς χέδροπες χνουδωτούς.
Είναι εξαιρετικό κτηνοτροφικό φυτό με μεγάλη ανθεκτικότητα στην ξηρασία και στο ψύχος· βελτιωμένες ποικιλίες της ο. καλλιεργούνται σε τεχνητά λιβάδια. Αξιοποιεί και τα πιο άγονα εδάφη, τα οποία μάλιστα βελτιώνει ως αζωτολόγο φυτό· είναι ευπαθές στην υπερβολική υγρασία.
Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει ακόμα 13 είδη o., η χαρίεσσα, ο. η πίνδια, ο. η εβενοειδής, ο. η λακωνική, ο. η φλεβώδης, ο. η κάδμεια, ο. η ισοδοντωτή, κ.ά.· τα περισσότερα από τα φυτά αυτά είναι νομευτικά.
Φυτό ονοβρυχίδας.
* * *η (Α ὀνοβρυχίς)γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών, που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, ανήκει στην οικογένεια φαβίδες τής τάξης φαβώδη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + βρυχίς «κλήμα»].
Dictionary of Greek. 2013.